μετρέσα

μετρέσα
η
(λ. γαλλ.), η ερωμένη που τη συντηρεί ο εραστής της.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”